
του Γιώργου Γιαπανά*
Υστερούμε σε ποδοσφαιρική κουλτούρα, βούληση και γνώση.
Αρκετές φορές τοποθετήθηκα ανοικτά και μίλησα για εθνικούς σχεδιασμούς που επιβάλλεται να ετοιμαστούν, για στρατηγικές αποφάσεις που πρέπει να υλοποιηθούν, για νομοθεσίες που είναι καιρός να εφαρμοστούν και για άλλα πολλά. Ενέργειες και πράξεις οι οποίες σε βάθος χρόνου είναι βέβαιο ότι θα αποδώσουν και θα βοηθήσουν στην άνοδο της ποιότητας του ποδοσφαίρου στο νησί μας.
Φαίνεται όμως, κυρίως με τα όσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στον χώρο του ποδοσφαίρου, ότι το μεγαλύτερο μας πρόβλημα τελικά δεν είναι τα αφιλόξενα και επικίνδυνα στάδια, ούτε η προκατάληψη, ούτε το επίπεδο της διαιτησίας, ούτε το επίπεδο του θεάματος, ούτε η κάρτα φιλάθλου, ούτε η υφιστάμενη νομοθεσία, κλπ.
Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν λέω ότι πρέπει να τα αφήσουμε όλα αυτά στην άκρη. Σίγουρα χρειάζεται να γίνουν άμεσα οι κατάλληλες κινήσεις για να βελτιωθούν, αλλά πιστεύω ότι σε αυτή τη φάση και για να πετύχουμε όλα τα πιο πάνω, επείγει κάτι άλλο. Επείγει πρωτίστως να αλλάξουμε νοοτροπία και ποδοσφαιρική κουλτούρα.
Η έννοια κουλτούρα, εννοιολογικά, είναι η πνευματική και ψυχική καλλιέργεια, ως αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης. Με λίγα λόγια, αφορά τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε (ή καλύτερα πώς έχουμε μάθει να κάνουμε) συγκεκριμένα πράγματα, και φαίνεται ξεκάθαρα από τις μέχρι σήμερα ενέργειες, αλλά κυρίως τις παραλήψεις μας, ότι η ποδοσφαιρική μας κουλτούρα είναι κάπως μπερδεμένη.
Δεν υπάρχει η επιθυμητή βούληση, και θα έλεγα ότι αρκετές φορές δεν υπάρχει ούτε η κατάλληλη και απαραίτητη γνώση, από συγκεκριμένους φορείς για να αλλάξουν τα δεδομένα. Ενώ λογικά θα έπρεπε να υπάρχει περισσότερη δράση, αντίδραση και πίεση για αλλαγή της υφιστάμενης κακής κατάστασης, αντιθέτως παρατηρείται έντονη απάθεια, δεκτικότητα και αδράνεια, σχεδόν σε όλα επίπεδα.
Ο «Περί της Πρόληψης και Καταστολής της βίας στους αθλητικούς χώρους Νόμος του 2008», ο οποίος εναρμονίζεται πλήρως με τις συστάσεις και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει δεκάδες άρθρα τα οποία καθορίζουν με σαφήνεια τα καθήκοντα και διαχωρίζουν τις ευθύνες και τις αρμοδιότητες όλων όσων εμπλέκονται στη διοργάνωση αθλητικών γεγονότων.
Σύμφωνα λοιπόν με την ισχύουσα νομοθεσία, διαχωρίζονται πλήρως και επεξηγούνται λεπτομερώς οι ευθύνες του ιδιοκτήτη ή διαχειριστή του αθλητικού χώρου, του υπεύθυνου ασφάλειας του αγώνα, των επιτηρητών, του υπεύθυνου ασφάλειας σωματείου και της αστυνομίας, ενώ παράλληλα η νομοθεσία προνοεί και μια σειρά μέτρων πρόληψης με την εγκατάσταση του απαραίτητου εξοπλισμού, όπως το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, το σύστημα οπτικοακουστικής ειδοποίησης, το σύστημα ηλεκτρονικού ελέγχου εισόδων, το ηλεκτρονικό σύστημα έκδοσης εισιτηρίων κλπ. Προνοεί, επίσης, και εδώ είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της νομοθεσίας, την ίδρυση θεσμικών επιτροπών, όπως το Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου, το οποίο αποτελεί το άμεσο και κεντρικό σημείο επαφής με τις αρμόδιες αρχές και είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή του εγχειριδίου με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για διεθνή αστυνομική συνεργασία, την Αρχή Αδειοδότησης Σταδίων, η οποία έχει τον απόλυτο έλεγχο για την αδειοδότηση αθλητικών χώρων και την Επιτροπή Επιτηρητών, η οποία έχει την ευθύνη για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος αφορά τους επιτηρητές, όπως την επιλογή και την εκπαίδευσή τους. Οι πιο πάνω θεσμικοί φορείς, σε συνεργασία με όλους του εμπλεκόμενους, έχουν την ευθύνη υλοποίησης των σχεδιασμών και εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας.
Για να εφαρμοστούν και να πετύχουν οι σχεδιασμοί που θα αναβαθμίσουν το άθλημα, πρέπει οι βασικοί φορείς του ποδοσφαίρου να αναλάβουν δράση και όλοι μαζί, αλλά και ο κάθε ένας ξεχωριστά, να δουλέψουν μεθοδικά και στρατηγικά, βάζοντας στόχους και υλοποιώντας τους με επιτυχία. Οφείλουν αρχικά να αντιληφθούν το πρόβλημα, να κατανοήσουν τις δικές τους ευθύνες και υποχρεώσεις και ακολούθως, να προχωρήσουν με την πλήρη και αυστηρή εφαρμογή της νομοθεσίας η οποία ομολογουμένως αποτελεί ένα πολύ δυνατό χαρτί για την αναβάθμιση του προϊόντος που ονομάζεται κυπριακό ποδόσφαιρο. Επιπλέον, καλούνται να καθορίσουν διαδικασίες και να ακολουθήσουν αυστηρούς ελέγχους αξιολόγησης, ούτως ώστε να διασφαλιστεί δυναμικά η βιωσιμότητα των σχεδιασμών τους.
Τίποτα, όμως, δεν μπορεί να αλλάξει εκτός και αν όλοι οι εμπλεκόμενοι, πολιτεία, ΚΟΑ, ΚΟΠ, σωματεία, ιδιοκτήτες αθλητικών χώρων, θεσμικοί φορείς, κλπ. το θελήσουν πραγματικά. Εκτός και αν κατανοήσουν τα προβλήματα και αποδεχθούν το γεγονός ότι πρέπει να κινηθούν όλοι μαζί προς την σωστή κατεύθυνση. Εκτός και αν απομονώσουν τις αιτίες του προβλήματος και αλλάξουμε όλοι νοοτροπία. Εκτός και αν αποκτήσουμε την κατάλληλη ποδοσφαιρική κουλτούρα. Εκτός και αν αφήσουμε νέα άτομα με πρωτοπόρες ιδέες και όραμα να αναλάβουν δράση.
Τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει εάν πρώτα δεν αλλάξουμε εμείς νοοτροπία!
* Οικονομικός Διευθυντής │ Στάδιο ΓΣΠ, Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου │ Κυπριακή Εταιρεία Διοίκησης Αθλητισμού (Κ.Ε.Δ.Α) και Υποψήφιος διδάκτωρ Αθλητικής Διοίκησης │ Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Εφημερίδα Πολίτης │ 07 Σεπτεμβρίου 2019